Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ ΚΑΤΑ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ ΑΥΤΟΥΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΩΤΕΡΑ ΠΡΑΞΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ & ΚΑΤΣΙΜΠΑ ΙΩΑΝΝΗ

ΠΡΩΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΠΛΗΜ/ΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ 9 ΚΤΙΡΙΟ ΠΡΩΗΝ ΣΧΟΛΗΣ ΕΥΕΛΠΙΔΩΝ ΑΙΘΟΥΣΑ 4
ΚΛΗΤΗΡΙΩΝ ΘΕΣΠΙΣΜΑ  ΓΙΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ ΚΑΤΑ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ ΑΥΤΟΥΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΩΤΕΡΑ ΠΡΑΞΗ.





σ.σ. Το apokaliciskifissia θεωρεί ότι για όλους ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας και ότι η Δικαιοσύνη είναι αυτή που θα κρίνει τελικά την ενοχή ή όχι των εμπλεκομένων.

ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΝΤΑΙ ΩΣ ΥΠΑΙΤΙΟΙ Ο ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΤΣΙΜΠΑΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΝΟΜΟΥΣ ΚΑΙ ΑΡΘΡΑ

ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ
Ο ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ
Ι. Χρονικά όρια ισχύος των ποινικών νόμων

Άρθρο 259
Παράβαση καθήκοντος
Υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλο παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος η κάποιον άλλο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη.
Άρθρο 1
Καμιά ποινή χωρίς νόμο
Ποινή δεν επιβάλλεται παρά μόνο για τις πράξεις εκείνες για τις οποίες ο νόμος την είχε ρητά ορίσει πριν από την τέλεσή τους.
Άρθρο 13
Έννοια όρων του Κώδικα
Στον Κώδικα οι ακόλουθοι όροι χρησιμοποιούνται με την εξής σημασία:
α) υπάλληλος είναι εκείνος στον οποίο νόμιμα έχει ανατεθεί, έστω και προσωρινά, η άσκηση υπηρεσίας δημόσιας δημοτικής ή κοινοτικής ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου.
Η ΑΞΙΟΠΟΙΝΗ ΠΡΑΞΗ
Ι. Γενικές διατάξεις
Άρθρο 14
Έννοια της αξιόποινης πράξης
1.     Έγκλημα είναι πράξη άδικη και καταλογιστή στο δράστη της, η οποία τιμωρείται από το νόμο.
2.     Στις διατάξεις των ποινικών νόμων ο όρος <<πράξη>> περιλαμβάνει και τις παραλείψεις.
ΙΙΙ. Ο καταλογισμός της πράξης
Άρθρο 26
Υπαιτιότητα
1.     Τα κακουργήματα και πλημμελήματα τιμωρούνται μόνο όταν τελούνται με δόλο. Κατ’ εξαίρεση στις περιπτώσεις που ορίζει ειδικά ο νόμος, τα πλημμελήματα τιμωρούνται και όταν τελούνται από αμέλεια.
2.     Τα πταίσματα τιμωρούνται πάντοτε και όταν τελέστηκε από αμέλεια, εκτός από τις περιπτώσεις για τις οποίες ο νόμος απαιτεί ρητά δόλο.
Άρθρο 27
Δόλος
1.     Με δόλο (με πρόθεση) πράττει όποιος θέλει την παραγωγή των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια κάποιας αξιόποινης πράξης. επίσης όποιος γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν αυτά τα περιστατικά και το αποδέχεται.
2.     Όπου ο νόμος απαιτεί να έχει τελεστεί η πράξη εν γνώσει ορισμένου περιστατικού δεν αρκεί ο ενδεχόμενος δόλος. Και όπου ο νόμος απαιτεί η πράξη να έχει τελεστεί με σκοπό την πρόκληση ορισμένου αποτελέσματος απαιτείται ο δράστης να έχει επιδιώξει να προκαλέσει αυτό το αποτέλεσμα.
Άρθρο 46
Ηθικός αυτουργός και άμεσος συνεργός
1.     Με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται επίσης: α) όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε. β) όποιος με πρόθεση παρέσχε άμεση συνδρομή στο δράστη κατά τη διάρκεια αυτής της πράξης και στην εκτέλεση της κύριας πράξης.
2.     Όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να τελέσει κάποιο έγκλημα, με μοναδικό σκοπό να τον καταλάβει ενώ αποπειράται να τελέσει το έγκλημα ή ενώ επιχειρεί αξιόποινη προπαρασκευαστική του πράξη και με τη θέληση να τον ανακόψει από την αποπεράτωση του εγκλήματος, τιμωρείται με την ποινή του αυτουργού μειωμένη στο μισό.
Άρθρο 51
Ποινές στερητικές της ελευθερίας
1.     Ποινές στερητικές της ελευθερίας είναι η κάθειρξη, η φυλάκιση, ο περιορισμός σε σωφρονιστικό κατάστημα ο περιορισμός σε ψυχιατρικό κατάστημα κι η κράτηση.
2.     Για τις πρόσκαιρες ποινές στερητικές της ελευθερίας, η ημέρα υπολογίζεται σε 24 ώρες η εβδομάδα σε επτά ημέρες, ο μήνας και το έτος σύμφωνα με το ημερολόγιο που ισχύει.
3.     Ο χρόνος της ποινής επιμετράται πάντοτε σε πλήρεις ημέρες, εβδομάδες, μήνες και έτη.
Άρθρο 53
Φυλάκιση
Η διάρκεια της φυλάκισης δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη, ούτε είναι μικρότερη από δέκα ημέρες.
ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ
Ι. Γενικοί κανόνες
Άρθρο 79
Δικαστική επιμέτρηση της ποινής
1.     Κατά την επιμέτρηση της ποινής στα όρια που διαγράφει ο νόμος το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη: α) τη βαρύτητα του εγκλήματος που έχει τελεστεί και β) την προσωπικότητα του εγκληματία.
2.     Για την εκτίμηση της βαρύτητας του εγκλήματος το δικαστήριο αποβλέπει: α) στη βλάβη που προξένησε το έγκλημα ή τον κίνδυνο που προκάλεσε. β) στη φύση, στο είδος και το αντικείμενο του εγκλήματος, καθώς επίσης σε όλες τις περιστάσεις χρόνου, τόπου, μέσων και τρόπου που συνόδευαν την προπαρασκευή ή την εκτέλεσή του. γ) στην ένταση του δόλου ή στο βαθμό της αμέλειας του υπαιτίου.
3.     Κατά την εκτίμηση της προσωπικότητας του εγκληματία το δικαστήριο σταθμίζει ιδίως το βαθμό της εγκληματικής διάθεσης που εκδήλωσε ο υπαίτιος κατά την πράξη. Για να τον διαγνώσει με ακρίβεια εξετάζει: α) τα αίτια που τον ώθησαν στην εκτέλεση του εγκλήματος, την αφορμή που του δόθηκε και το σκοπό που επιδίωξε. β) το χαρακτήρα του και το βαθμό της ανάπτυξής του. γ) τις ατομικές και κοινωνικές περιστάσεις και την προηγούμενη ζωή του. δ) τη διαγωγή του κατά τη διάρκεια της πράξης και μετά την πράξη ιδίως τη μετάνοια που επέδειξε και την προθυμία του να επανορθώσει τις συνέπειες της πράξης του.
4.     Στην απόφαση αναφέρονται ρητά οι λόγοι που δικαιολογούν την κρίση του δικαστηρίου για την ποινή που επέβαλε.
 Άρθρο 98
Έγκλημα κατ’ εξακολούθηση
Αν περισσότερες από μία πράξεις του ίδιου προσώπου συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, το δικαστήριο μπορεί, αντί να εφαρμόσει τη διάταξη του άρθρου 94 παρ.1, να επιβάλλει μια και μόνο ποινή. για την επιμέτρησή της το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το όλο περιεχόμενο των μερικότερων πράξεων.
Άρθρο 263
Όταν το Δικαστήριο επιβάλλει φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών για κάποια από τις πράξεις των άρθρων 235 μέχρι και 261 μπορεί συγχρόνως να απαγγείλει και πρόσκαιρη στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων (άρθρο 61).
Άρθρο 263Α
Για την εφαρμογή των άρθρων 235, 236, 239, 241, 242, 243, 244, 245, 246, 252, 253, 255, 256, 257, 258, 259, 261, 262 και 263 υπάλληλοι θεωρούνται, εκτός από αυτούς που αναφέρονται στο άρθρο 13, οι δήμαρχοι ο πρόεδροι κοινοτήτων και όσοι υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα και με οποιοαδήποτε ιδιότητα: α) σε επιχειρήσεις η οργανισμούς που ανήκουν στο Κράτος, σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου και προμήθεια ή την παροχή στο κοινό νερού, φωτισμού, θερμότητας, κινητήριας δύναμης ή μέσων συγκοινωνίας ή μαζικής ενημέρωσης,

ΑΝΑΓΚ.ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.2520

της 27 Αυγ./4 Σεπτ. 1940 (ΦΕΚ Α΄273)

Περί υγειονομικών διατάξεων.
4. Τα άνευ αδείας λειτουργούντα καταστήματα κλείονται υπό της αστυνομικής αρχής αυτεπαγγέλτως, οι δε παραβάται τιμωρούνται κατά τας διατάξεις του άρθρ.3.
Με το άρθρ. 28 Νόμ. 2130/22-23 Απρ. 1993 (ΦΕΚ Α΄ 62), (τόμ. 3, σελ. 52, 361) η αρμοδιότητα χορήγησης άδειας ίδρυσης καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος, που προβλέπονται από το άνω άρθρ.10, μεταβιβάστηκε στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.). Για τις λεπτομέρειες βλ. το άνω σχετικό άρθρο.
Για τα αρμόδια όργανα προς έκδοση αδείας λειτουργίας των καταστημάτων του παρόντος νόμου βλέπε την παρ. 4 του άρθρ. 11 του Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄118), Τόμ. 3, σελ. 52, 624.

ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ Α1β/8577/1983

Υγειονομικός έλεγχος των αδειών ιδρύσεως και λειτουργίας των
εγκαταστάσεως επιχειρήσεων υγειονομικού ενδιαφέροντος, καθώς και των γενικών και ειδικών όρων ιδρύσεως και λειτουργίας των εργαστηρίων και καταστημάτων τροφίμων ή/και ποτών.

Άρθρο 6 - Αδειες ιδρύσεως και λειτουργίας καταστημάτων, εργαστηρίων και
εργοστασίων υγειονομικού ενδιαφέροντος.

4. Η άδεια της παρ. 1 του παρόντος άρθρου χορηγείται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα(εταιρικές επιχειρήσεις, συνεταιρισμοί κ.λπ.) και ισχύει για το κτίριο και τους
χώρους, για τους οποίους έχει εκδοθεί, χωρίς χρονικούς περιορισμούς. Κατ’εξαίρεση, οι άδειες, που χορηγούνται με βάση τις Αστυνομικές Δ/ξεις "περί υπαιθρίων επαγγελμάτων", σε συνδυασμό με τις διατάξεις των οικείων άρθρων της παρούσας, ισχύουν για ορισμένο χρόνο, σύμφωνα με τις Αστυνομικές αυτές Διατάξεις.
Οι άδειες ιδρύσεως και λειτουργίας καταστημάτων, εργαστηρίων και εργοστασίων υγειονομικού ενδιαφέροντος, που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με την παρ. 6 άρθρου 1 της ΓΙγ/6001/67 Υγειονομικής Διατάξεως, έστω και αν δεν έχουν ανανεωθεί μετά τη
λήξη τους, ή με την παρ. 4 ή 8 άρθρου 6 της ΑΙβ/11261/81 όμοιας, εξακολουθούν να ισχύουν χωρίς χρονικούς περιορισμούς, εφόσον δεν συντρέχουν οι αναφερόμενοι στο άρθρο 11 της παρούσας λόγοι ανακλήσεώς τους. Οι κάτοχοι όμως των ανωτέρω αδειών οφείλουν να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, σύμφωνα με το άρθρο 53
της παρούσας, για την προσαρμογή, όσο είναι δυνατό, των εγκαταστάσεων τους στις απαιτήσεις των σχετικών διατάξεων της παρούσας και άλλων συναφών Υγειονομικών Διατάξεων, Διαταγμάτων κ.λπ. και για την εξασφάλιση υγιεινότερων συνθηκών λειτουργίας τους.
Προκειμένου περί εταιρικών επιχειρήσεων, η άδεια εκδίδεται στο όνομα είτε του νομίμως οριζόμενου εκπροσώπου της, είτε της επιχειρήσεως, στην τελευταία όμως περίπτωση η επιχείρηση, με πράξη της κοινοποιούμενη στις αρμόδιες Υγειονομικές
και Αστυνομικές Αρχές οφείλει να ορίσει έναν από τους εταίρους της ως υπεύθυνο για την τήρηση των απαιτήσεων των εκάστοτε ισχυουσών Υγειονομικών Διατάξεων

ΝΟΜΟΣ 3377/2005 - ΦΕΚ 202/Α'/19.8.2005

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

6.  Με αποφάσεις του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, κατά περίπτωση, που λαμβάνονται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους και ισχύουν για το επόμενο έτος, καθορίζεται ο ανώτατος αριθμός των αδειών, κατά κατηγορία επαγγελμάτων, που πρόκειται να χορηγηθούν το επόμενο έτος και προσδιορίζονται ισάριθμες, συγκεκριμένες θέσεις για την άσκηση των υπαίθριων στάσιμων εμπορικών δραστηριοτήτων. Η απόσταση μεταξύ των θέσεων του προηγούμενου εδαφίου δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη των εκατό (100) μέτρων, σε πόλεις με πληθυσμό πάνω από εκατό χιλιάδες (100.000) κατοίκους και των πενήντα (50) μέτρων, σε πόλεις με μικρότερο πληθυσμό, σε κωμοπόλεις και χωριά.Οι θέσεις άσκησης υπαίθριου εμπορίου πρέπει να βρίσκονται εκτός:
α) των δημοτικών και λαϊκών αγορών και
β) περιοχών που γειτνιάζουν ή ευρίσκονται σε μικρή απόσταση από οργανωμένες ξενοδοχειακές μονάδες, μπροστά από την είσοδο εμπορικών καταστημάτων και εισόδους αρχαιολογικών χώρων, μουσείων, μνημείων και εκκλησιών.
Η απόσταση των θέσεων άσκησης υπαίθριου στάσιμου εμπορίου από τα άκρα των δημοτικών και λαϊκών αγορών δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη των τριακοσίων (300) μέτρων, στους δήμους του λεκανοπεδίου Αττικής και σε δήμους με πληθυσμό πάνω από εκατό χιλιάδες (100.000) κατοίκους.
Σε κάθε άλλη περίπτωση, η ανωτέρω απόσταση δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη των εκατόν πενήντα (150) μέτρων.
Οι όροι της παραγράφου αυτής ισχύουν και για τη χορήγηση άδειας άσκησης υπαίθριου στάσιμου εμπορίου σε ιδιωτικούς χώρους.

N. 3463/2006(ΦΕΚ Α 114/30.6.2006)
Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων 
ΑΡΘΡΟ 80
Καταστήματα Υγειονομικού Ενδιαφέροντος
1. Καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος είναι εκείνα, στα οποία γίνεται παρασκευή ή/και διάθεση σε πελάτες (καθισμένους, όρθιους, περαστικούς) ή διανομή φαγητών ή γλυκισμάτων ή οποιουδήποτε άλλου παρασκευάσματος τροφίμων ή ποτών ή αποθήκευση ή συντήρηση ή εμπορία κάθε είδους τροφίμων ή ποτών, καθώς και τα καταστήματα προσφοράς υπηρεσιών, εξαιτίας των οποίων μπορεί να προκληθεί βλάβη στη δημόσια υγεία, όπως αναλυτικά αναφέρονται στις ισχύουσες υγειονομικές διατάξεις.
6. Για την ανάκληση ή την οριστική αφαίρεση της άδειας ίδρυσης και λειτουργίας των καταστημάτων της παραγράφου 1, αρμόδιοι είναι η δημαρχιακή επιτροπή ή το κοινοτικό συμβούλιο, οι οποίοι οφείλουν μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από τη συνδρομή των προϋποθέσεων να λάβουν τη σχετική απόφαση.
Κατ’ εξαίρεση για την προσωρινή αφαίρεση της άδειας λειτουργίας ενός καταστήματος, όπως προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία, καθώς και για την παροχή της εντολής προς σφράγιση αυτών, αρμόδιος είναι ο δήμαρχος ή ο πρόεδρος Κοινότητας, ο οποίος οφείλει εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη συνδρομή των προϋποθέσεων να λάβει τη σχετική απόφαση. Το ίδιο όργανο, εντός της αυτής προθεσμίας, παρέχει την εντολή για τη σφράγιση των καταστημάτων που λειτουργούν χωρίς άδεια.
 Παράβαση των διατάξεων αυτής της παραγράφου αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα και παράβαση καθήκοντος και τιμωρείται κατά τις διατάξεις των άρθρων
142 και 143 του παρόντος και κατά το άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα.